- Νικόδημος ο Αγιορείτης
- (Νάξος 1749 – Άγιον Όρος 1809). Λόγιος μοναχός και πολυγραφότατος συγγραφέας θρησκευτικών βιβλίων. Μαθητής σε κάποιο ενοριακό σχολείο της πατρίδας του, σπουδαστής αργότερα στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης (1765-70), κοντά στον υπερσυντηριτικό δάσκαλο Ιερόθεο Δενδρινό, ο N. (κατά κόσμον Νικόλαος Καλλιβούρτζης) κατόρθωσε ν’ αποκτήσει στέρεη ελληνομάθεια, εντελώς δυσανάλογη με το σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα των σπουδών του. Ως γραμματικός στη μητρόπολη Νάξου (1770-75), σχετίστηκε με τους εγκατεστημένους εκεί ιησουίτες, από τους οποίους διδάχτηκε τα ιταλικά και τα γαλλικά και μυήθηκε στη δυτική ασκητική φιλολογία. Περισσότερο όμως επηρεάστηκε από τους αγιορείτες Κολλυβάδες μοναχούς που είχαν καταφύγει στη Νάξο και ιδίως από τον ηγέτη του κολλυβαδικού κινήματος Μακάριο Νοταρά, με τον οποίο γνωρίστηκε στην Ύδρα. Εφοδιασμένος με συστατικά του τελευταίου αυτού, ο Ν. έφυγε το 1775 για το Άγιον Όρος, όπου έγινε μοναχός. Εκεί έζησε την υπόλοιπη ζωή του (στη μονή Διονυσίου αρχικά, κι αργότερα σε διάφορα κελιά των Καρυών), εκτός από μια ολιγόμηνη περίοδο που ασκήτεψε στο ερημονήσι της Σκυροπούλας. Στο Άγιον Όρος ο Ν. αναδείχτηκε ο θεωρητικός του μυστικιστικού κινήματος των Κολλυβάδων, που απηχούσε σε πολλά σημεία τις αντιλήψεις των Ησυχαστών του 14ου αι. και προκάλεσε ανάλογες αντιδράσεις, όχι μόνο από τους διαφωνούντες αγιορείτες, αλλά κι από την επίσημη Εκκλησία. Αντίθετα όμως από τον βίαιο ηγέτη του κινήματος Αθανάσιο Πάριο, ο Ν., «τον τρόπον απλούς και ανεξίκακος, το ήθος γλυκύς και χαρίεις», κατά τον σύγχρονό του βιογράφο, απέφυγε τις ακρότητες. Το συγγραφικό, εκδοτικό και ερμηνευτικό του έργο είναι τεράστιο· εμφανίστηκε για πρώτη φορά με μια ανθολογία πατερικών κειμένων ασκητικού και μυστικιστικού χαρακτήρα, τη Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών (1782). Πάμπολλα παρόμοια κείμενα εξέδωσε αργότερα, πλουτισμένα με εκτενή προλεγόμενα και μακρές ερμηνευτικές σημειώσεις: Ευεργετηνός (1783), Συμεών του νέου Θεολόγου άπαντα (1790) κ.ά. Το 1783 δίνει σε δεύτερη έκδοση το Περί συνεχούς μεταλήψεως, έργο του Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτη, στο οποίο συνοψίζονται οι βασικές ασκητικολειτουργικές θεωρίες των Κολλυβάδων. Εξέδωσε επίσης στο πρωτότυπο ή σε παράφραση κείμενα αγιολογικά, λειτουργικά, νομοκανονικά, ερμηνευτικά των Γραφών με εκτενέστατα σχόλια: Νέον εκλόγιον (1803), Νέον μαρτυρολόγιον (1799), Συναξαριστής (1819), Εξομολογητάριον (1794), Πηδάλιον (1800) κ.ά. Από τα πιο γνωστά βιβλία του είναι ο Αόρατος πόλεμος (1796) και τα Γυμνάσματα πνευματικά (1800), τα οποία όμως έχουν φανερή εξάρτηση από τα ομότιτλα έργα της δυτικής ασκητικής φιλολογίας: το Combattimento Spirituale (1589) του Λορέντσο Σκουπότι και τις Esercizi Spirituali του ιδρυτή του τάγματος των ιησουιτών Ιγκνάσιο Λογιόλα. Προσωπικότερο χαρακτήρα έχουν το Εγχειρίδιον συμβουλευτικόν (1801) και η Χρηστοήθεια (1803). Τα βιβλία του δεν φαίνεται να είχαν μεγάλη κυκλοφορία στην εποχή του. Μέχρι τα μέσα του 19ου αι. μόνο το Εξομολογητάριον είχε αξιόλογη εκδοτική επιτυχία, το οποίο όμως, με το στενά νομικίστικο του χαρακτήρα, κάθε άλλο παρά μυστικιστικές ή ανανεωτικές ανησυχίες εκφράζει. Αργότερα πάντως οι μακρινοί επίγονοι των Κολλυβάδων τίμησαν τον Ν. ως τον κυριότερο εκπρόσωπο της «ορθόδοξου πνευματικότητος». Το 1955 το πατριαρχείο τον ανακήρυξε άγιο. Στο σύνολό του το έργο του N., όπως άλλωστε ολόκληρη η κολλυβαδική φιλολογία, αποτελεί όψιμη επιβίωση της ασκητικομυστικής παράδοσης του Βυζάντιου, με σαφείς όμως ευσεβιστικές αποκλίσεις. Όσο για τη θέση του στην ιστορία της νεοελληνικής παιδείας, αν εξαιρέσει κανείς τη δημοτική γλώσσα, τίποτα άλλο μέσα στο τεράστιο έργο του δεν απηχεί τα προβλήματα και τις προσδοκίες του αναγεννώμενου ελληνισμού.
Dictionary of Greek. 2013.